Η θρησκεία είναι κάτι σαν το λίπος στη φυσική-του κατάσταση ο νους είναι ελεύθερος θρησκευτικών δοξασιών,
Στη φυσική-του κατάσταση ο νους είναι ελεύθερος θρησκευτικών δοξασιών, είναι κάτι σαν το λίπος!

Στη φυσική-του κατάσταση ο νους είναι ελεύθερος θρησκευτικών δοξασιών,
όπως ένα φυσικό σώμα είναι αυτό που του λείπουν τα περιττά κιλά.
Η θρησκεία είναι κάτι σαν το λίπος: κάτι το πρόσθετο,
χρήσιμο μεν για την επιβίωσή μας κατά το παρελθόν,
που όμως τώρα προκαλεί ζημιά στο είδος-μας.

Θεωρίες για την προέλευση της θρησκείας

Εντούτοις, η παραπάνω παρομοίωση δεν είναι πολύ ακριβής, γιατί μπορεί κανείς πάντα να επιλέξει να χάσει τα περιττά κιλά μέσω δίαιτας· ενώ στην περίπτωση της θρησκείας δεν υπάρχει συνταγή για να τη χάσει κανείς, για δύο λόγους: πρώτον, οι θρήσκοι δεν πιστεύουν οτι υπάρχει κάτι το στραβό με την πίστη-τους, ή οτι η πίστη-τους προκαλεί ζημιά σε άλλους ανθρώπους. Και δεύτερο, υπάρχει ένας ισχυρός γενετικός παράγοντας στη θρησκεία (ισχυρότερος από οποιαδήποτε γενετική προδιάθεση για συσσώρευση λίπους), που είναι μια ιδέα που θα συζητηθεί αργότερα

Η θρησκεία είναι κυρίως ένα νοητικό φαινόμενο, γιαυτό οι παραδοσιακές εξελικτικές προσεγγίσεις αποτυγχάνουν στο να ρίξουν άπλετο φως σε όλες τις ιδιότητές της. Αυτό δεν σημαίνει οτι η βιολογία δεν έχει τίποτε το χρήσιμο να μας πει για τη βαθύτερη κατανόηση της θρησκείας. Για παράδειγμα, όπως οι Frans de Waal[1] και Marc Hauser[2] μας λένε στα πρόσφατα βιβλία-τους, ο πυρήνας της αίσθησης της ηθικής που σχεδόν όλοι οι άνθρωποι συμμερίζονται έχει βιολογικό υπόβαθρο: άλλα ζώα μπορεί να μη χρειάζονται ν’ αποφασίζουν για θέματα όπως οι εκτρώσεις και η ευθανασία, αλλά είναι υποχρεωμένα να αντιμετωπίζουν την κλεψιά και το φόνο σε μόνιμη βάση. (Αυτό το θέμα θ’ αναπτυχθεί στην ενότητα της προέλευσης της ηθικής, Πράγματι, μια σύγκριση των νοητικών-μας ικανοτήτων μ’ εκείνες άλλων ζώων θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε τη βάση της απάντησης στο ερώτημα “Από πού προήλθε η θρησκεία”. Σ’ αυτό πρόκειται ν’ αναφερθώ αμέσως τώρα.

Προσπαθήστε να βάλετε τον εαυτό-σας στη νοητική κατάσταση ενός ενήλικου χιμπαντζή που μόλις έγινε μάρτυρας του θανάτου ενός γεροντότερου μέλους της οικογένειάς του. Πιστεύετε οτι θα μπορούσατε να κάνετε την ακόλουθη σκέψη;

Αυτός ο γερο-χιμπαντζής μόλις πέθανε· αλήθεια, όλοι οι χιμπαντζήδες πεθαίνουνε, αργά ή γρήγορα· εγώ είμαι ένας απ’ αυτούς· άρα μια μέρα κι εγώ θα πεθάνω, αργά ή γρήγορα

Όχι, δεν θα μπορούσατε. Για να το πούμε απλά, δεν θα είχατε τη διανοητική διαύγεια να κάνετε την παραπάνω πολύπλοκη σκέψη. Μερικά τμήματα της σκέψης αυτής θα ήταν προσβάσιμα («Αυτός ο γερο-χιμπαντζής μόλις πέθανε», «εγώ είμαι ένας απ’ αυτούς» — αν και δεν θα εκφράζονταν με τέτοιους λεκτικούς όρους, εννοείται), αλλά άλλα τμήματα θα βρίσκονταν τελείως έξω από τον πνευματικό-σας ορίζοντα («αλήθεια, όλοι οι χιμπαντζήδες πεθαίνουν», «άρα μια μέρα θα πεθάνω κι εγώ»). Το βασικό διανοητικό-σας μειονέκτημα ως χιμπαντζής (ή ως οποιοδήποτε άλλο μη-ανθρώπινο είδος), θα ήταν οτι δεν θα μπορούσατε να φανταστείτε την έννοια “μακρινό μέλλον”.

Μόνο ο άνθρωπος μπορεί να το κάνει αυτό.(*) Δεν θα ήταν όλο το μέλλον εκτός της διανόησής σας — λόγου χάρη, θα ήσασταν σε θέση να κρύψετε ένα κομμάτι τροφής από τους συντρόφους-σας, γνωρίζοντας οτι θα μπορούσατε να το ξαναβρείτε σύντομα, ίσως ακόμα και μετά από μερικές μέρες. Αλλά δεν θα μπορούσατε να φανταστείτε ένα μέλλον που εκτείνεται για περισσότερο από μερικές μέρες. Δεν θα καταλαβαίνατε τί σημαίνει “σε μερικά χρόνια”. Κατά συνέπεια, δεν θα μπορούσε ποτέ να σας φοβήσει ο μελλοντικός θάνατός σας.

Ο φόβος του θανάτου μπορεί να ελαττωθεί, κ’ έτσι να γίνει υποφερτός, με την πίστη οτι υπάρχει η μετά θάνατο ζωή, που δίνει κουράγιο στον άνθρωπο διαβεβαιώνοντάς τον οτι ο θάνατος δεν είναι το τέλος του παντός. Όπως θα δούμε στην (αμέσως παρακάτω, όπου γίνεται κριτική του βιβλίου του Pascal Boyer “Η εξήγηση της θρησκείας”), πρακτικά όλες οι θρησκείες και τα μεταφυσικά συστήματα είτε υπόσχονται μια μετά θάνατο ζωή, είτε συνεπάγονται άμεσα την ύπαρξή της. Έτσι, η θρησκεία παίζει το ρόλο ενός ισχυρού παυσίπονου ενάντια στην ψυχολογική φθορά που προκαλεί ο φόβος του θανάτου.

Ο φόβος του θανάτου είναι μόνο ένα από τα ψυχολογικά βάρη που εμείς οι άνθρωποι μόνοι-μας πρέπει να κουβαλάμε στους ώμους-μας σε όλη-μας τη ζωή. Άλλο ένα παρόμοιο βάρος είναι ο φόβος της αβεβαιότητας του εχθρικού-μας περιβάλλοντος. Αυτή τη στιγμή οι περισσότεροι από μας (και ιδίως όσοι έχουμε πρόσβαση σε προϊόντα υψηλής τεχνολογίας όπως το Διαδίκτυο) αισθανόμαστε τελείως ασφαλείς καθώς διαβάζουμε το παρόν κείμενο. Μπορώ να στοιχηματίσω όλα τα λεφτά-μου οτι δεν σκέφτεστε πως μπορεί να καταρρεύσει ο τοίχος και να σας σκοτώσει πριν να τελειώσετε το διάβασμα αυτής της παραγράφου. Όμως οι πρόγονοί μας δεν εξελίχθηκαν σε τέτοια ασφαλή περιβάλλοντα σαν τα δικά-μας, αλλά σε περιβάλλοντα όπου οποιαδήποτε κατάσταση που απειλούσε τη ζωή-τους μπορούσε να συμβεί ανά πάσα στιγμή. Αισθάνονταν οτι τα απρόοπτα της ζωής, και ιδίως τα καταστροφικά και επώδυνα, απαιτούσαν μιαν εξήγηση. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει εξήγηση για το γιατί ένα άτομο εμφανίζεται άτυχο.

Αλλά το ανθρώπινο μυαλό είναι κατασκευασμένο έτσι ώστε να επιδιώκει την εξήγηση, και αν κάποια είναι δύσκολο να βρεθεί, θα αγκιστρωθεί από οτιδήποτε, από κάποια ιδέα που μοιάζει με εξήγηση. Έτσι οι πρόγονοί μας, για δεκάδες χιλιάδες χρόνια, πίστευαν οτι οι ατυχίες της ζωής προκαλούνται από κακόβουλα φαντάσματα, πνεύματα, και εκδικητικούς νεκρούς προγόνους (που υποτίθεται οτι ήσαν παρόντες τριγύρω, αόρατοι για τους ζωντανούς). Πρόσφατα (το πολύ στα τελευταία 4.000 χρόνια μόνο), η έννοια του “Κακού” προσωποποιήθηκε και αποδώθηκε σε μια οντότητα, το Σατανά· παρόμοια, η έννοια του “Καλού” επίσης προσωποποιήθηκε και αποδόθηκε σε άλλη οντότητα, το Θεό.

Αλλά αυτή είναι μια πολύ πρόσφατη εξέλιξη. Έτσι, η εξήγηση της αστάθμητης φύσης της Φύσης (πλημμύρες, σεισμοί, άγρια θηρία, προσωπικές συμφορές, κ.ά.) ήταν άλλος ένας παράγοντας που μας βοήθησε ν’ αναπτύξουμε τη θρησκευτικότητά μας. Ο Θεός, ή οι θεοί, ήταν το αποκούμπι του άτυχου και χτυπημένου από τη μοίρα ανθρώπου. Είναι γνωστό οτι την ώρα της προσωπικής δυστυχίας, ή της επικείμενης καταστροφής, ο άνθρωπος επικαλείται τη βοήθεια της θεϊκής δύναμης και παρέμβασης.

Σχετική με την εξήγηση των ατυχιών και των συμφορών της ζωής, αν και ήσσονος σημασίας, είναι η ανάγκη της εξήγησης για το πώς δημιουργήθηκε ο κόσμος. Πρέπει να σημειωθεί οτι επειδή αυτή η ανάγκη δεν είναι ζωτικής σημασίας, δεν συναντάμε μύθους δημιουργίας σε όλες τις θρησκείες του κόσμου. Εντούτοις, μύθοι δημιουργίας περιλαμβάνονται σε πολλές θρησκείες. Ο ανθρώπινος νους μένει εκστατικός παρατηρώντας τη λεπτομερειακή δόμηση του φυσικού κόσμου, και ζητά μια εξήγηση: κάποιος πρέπει να έβαλε σε τάξη αυτό το χάος. Οι θρησκείες (μερικές τουλάχιστον) μπορούν να παίξουν το ρόλο της “φιλοσοφίας του λαού” όταν περιλαμβάνουν μύθους δημιουργίας.

Η θρησκεία έχει επίσης μια σημαντική λειτουργία, η οποία δεν απαντά κατευθείαν στο ερώτημα “γιατί είμαστε θρήσκοι”, αλλά σχετίζεται έμμεσα με την προέλευση της θρησκευτικής συμπεριφοράς: οι θρησκείες, τουλάχιστον εκείνες που πρόσφατα έχουν δημιουργήσει τεράστια κοινωνικά ιδρύματα (χριστιανική, μουσουλμανική, κλπ), αποτελούν μέσα για την επίτευξη της κοινωνικής τάξης. Μέχρι αρκετά πρόσφατα στη Δυτική Ευρώπη (πριν από την απαγκίστρωση του κράτους από τη θρησκεία), η ανυπακοή στο θρησκευτικό κανόνα μπορούσε να επιφέρει ακόμα και το θάνατο του ατόμου.(ιερά εξέταση) Αυτό εξακολουθεί να ισχύει ακόμα και σήμερα (αρχές 21ου αιώνα) σε μερικά Ισλαμικά έθνη, όπως το Ιράν και τη Σαουδική Αραβία, το δικαιό σύστημα των οποίων καθορίζεται από τη σαρία (τον Ισλαμικό νόμο).

Εντούτοις, η θρησκεία δεν είχε ιδρυματοποιηθεί για το μεγαλύτερο διάστημα της παρουσίας-της (βλ. το μπλε μέρος της γραμμής του διαγράμματος στην αρχή αυτής της σελίδας). Όμως η ανυπακοή στους θρησκευτικούς κανόνες συνήθως αποθαρρυνόταν είτε ήπια, είτε με βίαια μέσα. Ο βιολόγος Eugene O. Wilson πρότεινε οτι η αυστηρή εφαρμογή της θρησκείας, δηλ. η ανάγκη του “να αποτελεί κανείς μέρος της ομάδας/φυλής”, είναι ένας από τους παράγοντες που συνετέλεσαν στη φυσική επιλογή των θρησκευόμενων ατόμων, και πιο συγκεκριμένα, των υπάκουων ατόμων: όσα άτομα μπορούσαν να υποφέρουν αγόγγυστα τις ανοησίες που εκστόμιζε ο θρησκευτικός ηγέτης (ο σάμαν, που συνήθως ήταν και ο ηγέτης της φυλής), είχαν καλύτερη πρόσβαση στους πόρους της φυλής (διατροφή, συντροφική μέριμνα, κλπ.), κι έτσι μπορούσαν να παράγουν πιο πολλούς απογόνους από τους άλλους, τους “επαναστάτες”, που, αμφισβητώντας την αυθεντία του αρχηγού, εξοστρακίζονταν από την κοινότητα.

Έτσι έχουμε μια πρόταση για την εξήγηση του για ποιο λόγο ο θρησκευόμενος νους εν γένει δεν νοιάζεται για τις αντιφάσεις, και είναι διατεθειμένος να δεχτεί τις παράλογες ιδέες που πιστεύει ο θρησκευόμενος περίγυρός του, ειδικά μάλιστα τις ανοησίες που προέρχονται απ’ το στόμα θρησκευτικών ηγετών. Πρέπει επίσης να σημειωθεί οτι ο ανθρωπολόγος και νοολόγος Pascal Boyer υποστηρίζει αρκετά πειστικά οτι όσο πιο απίστευτη είναι μια δοξασία, τόσο πιο κατάλληλη είναι για ν’ αποτελέσει μέρος της θρησκευτικής πίστης.

Συνολικά, η ανάγκη της συμμόρφωσης με τους θρησκευτικούς κανόνες, όσο παράλογοι κι αν είναι αυτοί, μπορεί να αποτελεί εξήγηση για το πώς η θρησκεία “καλωδιώθηκε” στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Φυσικά, όπως σε κάθε στατιστικό επιχείρημα, αυτό δεν σημαίνει οτι ο καθένας αναμένεται να είναι θρήσκος· μόνο οτι κατά μέσο όρο, οι άνθρωποι τείνουν να γεννιούνται με μια κλίση προς τη θρησκεία, παρά με μια αποστροφή γι’ αυτή. Με τα κατάλληλα κοινωνικά ερεθίσματα, το άτομο που γεννιέται με μια τέτοια κλίση θα γίνει θρήσκο, συνήθως ακολουθώντας την κυρίαρχη θρησκευτική πίστη της κοινωνίας-του.

συνεχίζεται,,

Post A Comment:

Εγγραφείτε στις ενημερώσεις Push Notifications